Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Μετακόμιση τώρα...



 

" Ναι σου λέω, προχώρα" μας λέει η αγαπημένη Ελεονώρα στο τραγούδι της, ωστόσο μια μετακόμιση ειδικά όταν είσαι νέος (και όχι μόνο) και δεν έχεις μια είναι ζόρι να προχωρήσει και όχι τόσο ευχάριστη όπως μας προϊδεάζει το τραγούδι, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον...


 Η μετακόμιση απαιτεί σε πρώτη φάση ψυχολογική προετοιμασία όχι μόνο λόγω της αλλαγής περιβάλλοντος, αλλα και όλων των δυσκολιών, σωματικών και οικονομικών που συνεπάγεται. Αν έχεις λεφτά ειναι παιχνιδάκι. Το μόνο που έχεις να κάνεις ειναι να πακετάρεις τα απολύτως απαραίτητα και τα υπόλοιπα τα εναπόθετεις στις πλάτες των μεταφορέων που πολυ βολικά κάνουν τη βαριά δουλειά. Η όλη μεταφορά θα στοιχίσει καμία 600αρα ευρώ και εσυ θα είσαι χαλαρός και λάιτ. Πληρώνεις ένα μπογιατζή για το βάψιμο και μια παραδουλεύτρα για την καθαριότητα του καινούργιου σπιτιού και την τοποθέτηση των υπολοίπων και όλα μια χαρά.
Αν δεν έχεις και έπιπλα ακόμα καλύτερα, μαζεύεις τα συμπράγαλά σου μόνος, ή με φίλους και μια χαρά.
Ωστόσο αν δεν είσαι σε καλή οικονομική φάση εκεί είναι το πακέτο... Αρχικά αν δε βρεις σπιτι σε καλή κατάσταση (που συμβιβάζεσαι λόγω χαμηλού ενοικίου φυσικά) έχεις το βάψιμο, σε πρώτη φάση, που για ενα μέσο δυαράκι θα χρειαστείς γύρω στα 100 ευρώ για τις μπογιές( τοίχους και ταβάνια). Αν έχεις φίλους μέσα σε μια το πολύ δυο μέρες θα έχει ολοκληρωθεί. Αν έχεις λεφτά για μπογιατζή, να ξέρεις ότι χρειάζεται 30 ευρώ για κάθε δωμάτιο, 10 για το ταβάνι και έξτρα πόρτες (25 ευρώ η μια) και καλοριφέρ (10 ευρώ)...και θεωρείται και χαμηλή τιμή μάλιστα!!! Αν είσαι μοναχός, κουράγιο και υπομονή...
Μετά απ´ αυτό θεωρητικά θα είσαι έτοιμος για την μετακόμιση, εφόσον βεβαιωθείς ότι τα παράθυρα δε μπάζουν και χρειάζονται μόνωση ή ότι οι βρύσες και τα υδραυλικά ειναι σε μια...αξιοπρεπή κατάσταση. Αν όχι, προσωπική συμβουλή να πληρώσει ο σπιτονοικοκύρης απ' αυτά που του έδωσες για εγγύηση. Αν πάλι είναι απο τις ουρανοκατέβατες επιλογές και δε ζήτησε και αυτά τα αναλαμβάνεις εσύ. Μην το αμελήσεις όμως...δε θες να βρεις βουλωμένο το νεροχύτη ή πλημμυρισμένο το μπάνιο.
Έπειτα, κεφάλαιο μεταφορά. Μια καλη λύση είναι με κάθε αφορμή που θα πηγαίνεις στο καινούργιο σπίτι να μεταφέρεις και κάτι που μπορείς, ώστε να μη μαζευτούν πολλά για το τέλος. Εύκολη λύση για μεταφορά πιάτων και ποτηριων, προσεχτικό αμπαλάρισμά τους σε βαλίτσες με ροδάκια. Η μεταφορά τους γίνεται παιχνίδι και δεν χρειάζονται και οι κλασικές χαζές κούτες.  Η βασική μεταφορά των κυρίων επίπλων και οικιακών συσκευών θα στοιχίσει γύρω στα 160 (στην καλύτερη) με 250 ευρώ. Αν υπάρχει στον περίγυρό σου βανάκι ή αγροτικό αμάξι γλιτώνεις και τα έξοδα της μεταφορικής.
Αφού αδειάσει το παλιό σπίτι είσαι έτοιμος να ιδρώσεις πάλι, για να στήσεις το νέο σπίτι.
Αν είσαι μόνος, χωρίς οικονομική στήριξη απο σύντροφο, γονείς ή φίλους μπορείς να ανταποκριθείς σ' αυτό μόνο με μεγάλο πορτοφόλι. Τα έξοδα είναι πολλά για να τα σηκώσεις μόνος και οι άνθρωποι που θα συναναστραφείς για μια μετακόμιση είναι αρκετά καπάτσοι, ώστε να σου ζητήσουν παραπάνω λεφτά για το οτιδήποτε, από τη μεταφορά μιας μικρής λάμπας εως την τοποθέτηση μιας απλής πρίζας! Χρειάζεται να μη φέρεσαι σαν κουτάβι στις συναλλαγές, ειδικά όταν δε σου δίνουν απόδειξη, ως επί το πλείστον.
Συνεπώς όσο καλο (;) μας κάνει μια μετακόμιση, άλλο τόσο γερό στομάχι χρειάζεται για όσα θα συναντήσεις διεξάγοντάς την συν τη σωματική κόπωση. Ευχή μετά από αυτό το πατιρντί, είναι να σου μείνουν λεφτά στην άκρη για φαγητό.


Μonkey Bussiness: Εταιρείες μαϊμού, ελληνιστί.



 

Η ζωή σε μια χώρα που η ζήτηση εργασίας είναι πολύ μεγαλύτερη από την προσφορά της δημιουργεί πάτημα εκμετάλλευσης των νέων για πολλές εταιρείες, υπαρκτές ή «φαντάσματα». Είναι της μοδός άλλωστε τέτοιες «μαϊμού», όπως τις αποκαλούν, εταιρείες που ανοίγουν και κλείνουν σαν τα μανιτάρια, η μια μετά την άλλη.
Η πρώτη μου επαφή, και όχι τελευταία, με μια τέτοιου είδους εταιρεία ήρθε το 2011. Η αγγελία ζητούσε νέους που επιθυμούσαν να εργαστούν για την εξυπηρέτηση πελατών σε μια εταιρεία μάρκετινγκ στο Αιγάλεω, χωρίς περεταίρω διευκρινίσεις. Στέλνω βιογραφικό, άμεση η επικοινωνία από μέρους τους. Ανυποψίαστος όντας, πήγα και ξαναπήγα μην προσδιορίζοντας ακριβώς με το αντικείμενο ενασχόλησής μου, μιας και δεν έλεγαν σε κανένα από την αρχή με τί εν ακριβεία θα ασχολείται και ότι στην εκπαίδευση θα του δείξουν...
Συμπέρασμα: Όταν από την αρχή δε σου λένε για τι θέση ΑΚΡΙΒΩΣ προορίζεσαι, μην κάνεις τον κόπο να σηκώσεις ούτε το ακουστικό. Το αντικείμενο ήταν πώληση πακέτου τηλεφωνίας πόρτα πόρτα. Βάσει στατιστικών, όπως εξηγούν τέτοιες εταιρείες, επισκέπτεσαι 100 σπίτια τη μέρα και ζήτημα να δεχτούν να σε ακούσουν 7. Από αυτούς, ο ένας ενδέχεται να κάνει συμβόλαιο και πράσινα άλογα.
Τηλεφωνικά κέντρα «βάσει καταλόγου», προώθηση προϊόντων μέσω τηλεφώνου, κέντρα «έρευνας» και πολλές εταιρίες «μάρκετινγκ» είναι κάποιες από τις απάτες που στήνονται για να τραβήξουν και να εκμεταλλευτούν νεαρά άτομα που έχουμε ανάγκη από δουλειά, χρήματα ή ο,τι.
Η εκμετάλλευση είναι δεδομένη μιας και στην καλύτερη ΑΝ τύχει και πληρωθεί ο εργαζόμενος λαμβάνει σε περίπτωση που είναι κάτω των 25 ετών, 220 ευρώ για το τετράωρο, ενώ για το οχτάωρο δεν είναι ούτε 500 ευρώ. Άνω των 25, είναι +30 ευρώ. Και μιλάμε για κούραση, όχι αστεία.
Εγώ ήμουν από τους τυχερούς που δεν έπεσα στην παγίδα μετά τη συνέντευξη. Ωστόσο, την έχω πατήσει έχοντας χάσει χρόνο να πηγαίνω σε συνεντεύξεις τέτοιες. Πλέον από την αγγελία και μόνο μπορώ να ξεχωρίσω τέτοιου είδους απάτες. Από το τηλεφώνημα που θα δεχτείς και τις ερωτήσεις που θα θέσεις στον τηλεφωνητή/τρια της αγγελίας , όταν επικοινωνήσουν μαζί σου, και που φυσικά δε θα μπορούν να απαντήσουν είναι το πρότελευταίο στάδιο γνώσης-εξακρίβωσης.
Επιλέγω να κλέισω, περιγράφοντας το σκηνικό που βίωσα σε τελευταία μου συνέντευξη σε μια τέτοια εταιρία. Μπαίνω, περιμένω και η γραμματέας μου δίνει μια φόρμα να συμπληρώσω τα στοιχεία μου (σχεδόν πάντα γίνεται αυτό). Την ρωτάω ποιο ακριβώς είναι το αντικείμενο της δουλειάς και μου τα μασάει. Σηκώνομαι να φύγω, έρχεται ο ανόητος καράφλας-συνεντευξιαστής. Σκέφτομαι δεν χάνω κάτι να τον δουλέψω λίγο κι εγώ...
Μπαίνω στο γραφείο του, άδειο με ένα τετράδιο πάνω στο γραφείο. Ξεσπάω σε γέλια. Σοβαρεύω απότομα. «Θέλουμε ανθρώπους με χαμόγελο. Όχι σοβαροφανείς», μου λέει. Δείχνω τα δόντια μου σαν τα άλογα (ή τον δουλεύουμε ή όχι;!). Αρχίζει να μου μιλάει για τις αρχές της εταιρίας που ειδικεύεται στο να προωθεί προϊόντα και στη σημασία της αμεσότητας. «Ώπα!», του λέω «πόρτα πόρτα ΔΕΝ μ’ ενδιαφέρει». Αρχίζει αν μου λέει ότι με 60% ανεργία εκεί έξω εγώ έχω την πολυτέλεια να είμαι επιλεκτικός και ότι είναι θράσσος για την ηλικία μου να μην δέχομαι να κάνω κάτι τέτοιο.
Σηκώνομαι, «είναι μια πολυτέλεια που την έχω ώστε να μην πέφτω θύμα σε ... απατεώνες σαν εσάς !» , του απαντάω, πετάω και το βιογραφικό στη μούρη του και φεύγω....
Μεγάλη ηδονή, μα ακόμα μεγαλύτερη η προειδοποίηση στα παιδιά που περίμεναν στο σαλόνι, τα οποία έφυγαν αμέσως φυσικα.

Υ.Γ. Το άρθρο αυτό το γράφω γιατί δεν χρειάζεται σε όλους το πάθημα να γίνεται μάθημα. Υπάρχουν και μαθήματα που κατανοούνται και χωρίς τη μεσολάβηση του βιώματος. Βλέπω πολλούς νέους που την πατάνε, ακούω και πολλά άσχημα βιώματά τους και θέλω να προφυλάξω όσους γίνεται απ’ όλο αυτό. Τελική συμβουλή: διαδικτυακή έρευνα πριν από όποια συνέντευξη κάπου.
Καλή συνέχεια!

Καθημερινή ιστορία: Ο φόβος μιας μάνας.


Η ικανοποίηση των γονιών με τα παιδιά τους, αν δε στηρίζεται στην ευτυχία των τελευταίων με τις επιλογές τους, τότε που;!



Τις προάλλες ενώ περίμενα το τραμ, κάπνιζε δίπλα μου μια κυρία η οποία μου απολογήθηκε γιατί φοβήθηκε ότι με ενοχλούσε ο καπνός. Της είπα ότι δε με πείραζε μιας και είμαι καπνιστής. «Να χαίρεσαι που ξυπνάς κάθε πρωί χωρίς καρκίνο», μου είπε και άρχισε να μου λέει το παράπονό της... ο γιός της, ηλικίας 38 ετών, ανύπανδρος, του οποίου πήγαινε να καθαρίσει το σπίτι, δεν την άφηνε να καπνίζει και μάλιστα μου είπε ότι της έριχνε νερό όταν την έπιανε με το τσιγάρο στο «διάλειμμά» της, ακόμα και στο μπαλκόνι.
«Μακάρι να παντρευόταν να ηρεμούσα κι εγώ πια, βαρέθηκα...». Ήρθε το τραμ και μπαίνω... Εκείνη παρέμεινε καθισμένη, καθώς θέλησε να περιμένει το επόμενο και άναψε τσιγάρο αμέσως μόλις έσβησε το προηγούμενο, σαν κάποιου είδους junky.
Αυτή η «γνωριμία» δεν κράτησε πάνω από 7 λεπτά και άρχισα να σκέφτομαι...
Α) Έχασε κάποιο συγγενή από καρκίνο ή απλά ήθελε να μεταδόσει κοινωνικό μήνυμα ως μεγαλύτερη.
Β)  Γιατί να παντρευτεί ο γιος της και με ποιον ακριβώς τρόπο θα την ηρεμούσε; Στο να καπνίζει απερίσπαστα; Να μην «αναγκάζεται» να του καθαρίσει το σπίτι ή ήθελε να δει εγγονάκι;
Γ) Γιατί ολόκληρος μαντράχαλος άφηνε τη μάνα του να καθαρίζει το σπίτι του;
Δε φάνηκε να την απασχολεί αν ο γιός της είναι ευτυχισμένος, ωστόσο εκείνη θα ηρεμούσε. Δε φάνηκε επίσης να την απασχολεί αν νοιαζόταν για το καλό της, ωστόσο εκείνη θα ηρεμούσε αν δεν είχε να του καθαρίζει για να μην της την λέει.
Μου φάνηκε εν μέρει εγωιστικό από ένα γονιό να ενδιαφέρεται τόσο για τη «βολή» του απ’ ότι του παιδιού του. Ίσως πάλι η βολή αυτή εξαρτιόταν από την ευτυχία του παιδιού της. Και ποιος της είπε ότι δεν ήταν ευτυχισμένος, αν και ανύπανδρος; Εκείνη δηλαδή που παντρεύτηκε ένιωθε ευτυχία;!
Το μόνο που σκεφτόμουν έπειτα, είναι τι κανει πραγματικά ευτυχισμένο ένα γονιό... η αυθεντική ευτυχία του παιδιού του ή το ιδανικό σχέδιο που έχει στο μυαλό του για αυτό;
Η αλήθεια είναι πως οι γονείς από τη στιγμή που γεννιέται το παιδί τους κάνουν σχέδια. Έτσι πρέπει, άλλωστε. Ωστόσο από τη στιγμή που αυτό μορφώνεται και διαμορφώνει τις δεξιότητές του, την προσωπικότητα και εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, θ’ ακολουθήσει το δρόμο του, όπως λένε...ή έτσι θα έπρεπε.
 Τα παιδιά, μέχρι την ενηλικίωσή τους παίρνουν όσα χρειάζονται από τους γονείς για να γίνουν ισορροπημένοι (ή μη)  πολίτες και να κατασταλάξουν στις προτιμήσεις τους, επαγγελματικές-ερωτικές-θρησκευτικές, βιοθεωρία γενικότερα.
Στις ευρωπαΪκές χώρες του εξωτερικού (π.χ. Γερμανία) τα παιδιά όταν γίνονται 18 φεύγουν από την πατρική εστία. Αυτό γίνεται για να μάθουν να επιβιώνουν μόνοι,  να εξερευνήσουν τον εαυτό και τις επιθυμίες τους... «να σταθούν στα πόδια τους», πλέον.
Στη χώρα μας δε γινεται αυτό, με εξαίρεση των φοιτητών σε άλλη πόλη, κατα κανόνα, αυτών που εργάζονται και των οικονομικά ευνοημένων. Πόσο μάλλον τώρα, ένεκα των δύσκολων οικονομικών συνθηκών.
 Ως φοιτητής, παρατηρώ πολλή πίεση στους συνομιλήκους μου, προερχόμενη από τους γονείς, κυρίως σε ο,τι αφορά την επιλογή του επαγγέλματος, αλλά και σε περισσότερα θέματα. Αγχώνονται... Και επηρεάζονται ακόμα και εξ αποστάσεως... από ένα τηλεφώνημά τους!
Το να δημιουργείς υποχείρια, δεν είναι ιδανικό. Βλέπω 30άρηδες, εργαζόμενους, να σκέφτονται τι θα πει η μαμά και ο μπαμπάς. Δείγμα ανελευθερίας πνεύματος.
Οι ανελεύθεροι, αυτοί, είναι οι αυριανοί πολίτες... αυτοί που υποτίθεται ότι θα κάνουν τη διαφορά και θα υψώσουν το κεφάλι από την ανέχεια που έχουμε περιπέσει εξαιτίας της κρίσης και των σκληρών μέτρων που επιβάλλονται από τις «μεγάλες» χώρες. Πως θα το κάνουν αυτό αν δεν μπορούν, αν δεν μπορούμε, να αποφασίσουμε μόνοι μας τι χρώμα παντελόνι θα φορέσουμε ή τι ώρα θα γυρίσουμε σπίτι ή με τι θέλουμε να ασχοληθούμε στη ζωή μας, ανεπηρέαστοι;  Ανελευθερία είναι βέβαια, να έχεις και τη μητέρα σου να σου καθαρίζει το σπίτι, πόσο μάλλον όταν παραπονιέται και η ίδια.
Όλοι θέλουν επίσης να δούνε τα παιδιά τους παντρεμένους και με παιδιά, ξεχνούν ωστόσο την παράμετρο ότι δεν προορίζονται όλοι για να γίνουν σύζυγοι ή γονείς ή ότι απλά δεν θέλουν, καθώς έχουν επιλέξει διαφορετικό τρόπο ζωής.
«Αν θέλεις να είσαι άγιος, δίδαξε καλά τα τέκνα σου. Διότι, σε διαφορετική περίπτωση, οι κακές πράξεις που αυτά θα κάμουν, σε σένα πρόκειται ν' αποδοθούν μετά», έγραψε ο Μοντεσκιέ. Οι κακές πράξεις ενδεχομένως να έρθουν υπό μορφή αντίδρασης στο μοτίβο ζωής που υποβάλλεται (και επιβάλλεται) από τους γονείς στα παιδιά, ενδεχομένως και ασυνείδητα. Με κάποιο τρόπο, όμως, πάντα έρχεται...  Ακόμα και το γεγονός ότι τα παιδιά σε μεγαλύτερη ηλικία, άνω των 20, στηρίζονται στους γονείς ακόμα και για κάτι που θα έπρεπε να στηρίζονται στον εαυτό τους, όπως ο γιός  της μητέρας-καθαρίστριας, της ιστορίας, «κακή πράξη» θεωρείται.  Ο χαρακτήρας διαμορφώνεται εν μέρη από τους γονείς αλλά πάντα υπάρχει και η προσωπική ευθύνη σε ότι κάνουμε.
Αν όμως μάθει ο καθένας να ακολουθεί τις επιθυμίες του και κάνει τις επιλογές του με δική του ευθύνη θα είναι χαρούμενος. Και ποια, φυσιολογική, μητέρα δε θα χαρεί να δει χαρούμενο το βλαστάρι της, ακόμα και αν ξεφεύγει από τις προσδοκίες της γι’ αυτό;
Η νουθεσία είναι απαραίτητη, όπως και οι συμβουλές. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να ταυτίζουν οι νέοι τα όνειρα των γονιών τους για εκείνους με τα δικά τους όνειρα. Αν αυτό συμβαίνει, η δυστυχία είναι βέβαιη για το νέο.
Η αγάπη είναι πάνω από κάθε εγωισμό και προσδοκία. Το να ζει κανείς και να εκφράζεται όπως ακριβώς θέλει, χωρίς να φοβάται ή να στενοχωριέται για τις αντιδράσεις των άλλων, και πόσο μάλλον των γονέων, που είναι το μικροσύστημα και ο πρώτος κοινωνικός φορέας ως παιδί, είναι ευλογία και ευτυχία. Ωστόσο, δεν είναι υπηρέτες και αυτοί που σε φέρνουν στον κόσμο ώστε να πατάς πάνω τους ακόμα και όταν έχεις διαμορφώσει το δικό σου δάπεδο.
Και όπως τραγουδά και η Dido, “no love without freedom”.


«CHECK IN @ΜΟΝΑΞΙΑ»


Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media) μας κοινωνικοποιούν ή μας «μοναχικοποιούν»; So I wondered

 

Τις προάλλες βρισκόμουν σε ένα μπαρ με φίλους. Κάποια στιγμή, καθώς ένιωσα λίγη πλήξη, ξεκλέιδωσα το κινητό μου, μηχανικά,  για να ελέγξω τις ειδοποιήσεις μου στο Facebook. Αναρωτήθηκα, πόσοι ακόμα άραγε  να μπαίνουν σ’ αυτή τη διαδικασία. Παρατήρησα ότι οι περισσότεροι κρατούσαν το κινητό τους, smartphones πλέον, χαζεύοντας, γράφοντας κάποιο μήνυμα ή προσπαθώντας να μιλήσουν, με τη μουσική να τους δυσκολεύει. Συνειδητοποίησα ότι το μαγαζί ήταν γεμάτο από πηγαδάκια ανδρών ή γυναικών, singles προφανώς οι περισσότεροι, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχει καθόλου φλερτάρισμα ή κάποια αλληλεπίδραση μεταξύ τους, πέρα από την καθαρή οπτική. Μια τυπική συνύπαρξη, με κοινό παρονομαστή τον «έλεγχο» του κινητού τους.
Facebook, Instagram, Twitter και πολλές άλλες εφαρμογές, είναι από αυτές που κυριαρχούν στη ζωή μας πλέον και την καθορίζουν. Στα μέσα αυτά «λογοδοτείς» για το που θα πας, με ποιον, πως είσαι, τι σκέφτεσαι, αν είσαι σε σχέση και γενικά, ο εαυτός σου όλος ή, εν πάση περιπτώσε,ι αυτός που προβάλλεις. Φωτογραφίες από το φαγητό, τις διακοπές ή το νέο έρωτα, το νέο αμάξι, το σκυλί σου, κάτι που είδες στο δρόμο και σου έκανε εντύπωση. Με λίγα λόγια, η τέλεια διαφήμιση –ή δυσφήμιση- του καθενός που επιλέγει να προβληθεί μέσω των κοινωνικών δικτύων.
Το γεγονός αυτό, έχει αλλάξει τα δεδομένα και στο κομμάτι των διαπροσωπικών σχέσεων. «Από τη στιγμή που μπορείς να κάνεις -και καλά-  φιλίες ηλεκτρονικά ή να φλερτάρεις μέσω pokes και ηλεκτρονικών μηνυμάτων, γιατί να βγεις έξω;»  είναι μια άποψη που προβάλλουν πολλοί νέοι.
Είναι, βέβαια, πολύ πιο εύκολο και οικονομικό να κινείται κανείς από τον καναπέ του σπιτιού του γνωρίζοντας κόσμο, ωστόσο, οι επιπτώσεις  στην κοινωνικότητα  είναι εμφανείς, από το γεγονός ότι ζεις σε μια πόλη που τα μέλη της φοβούνται, δυσκολεύονται ή ο,τι, τελοσπάντων, να επικοινωνήσουν face to face και αρκούνται στη μάσκα του διαδικτύου και των μέσων του. Στο μετρό βλέπεις τυποποίηση τύπου ρομπότ, καθώς δεν ανταλλάσσεις καν ματιά με το διπλανό σου, ούτε ενδιαφέρεσαι να τον βοηθήσεις, ακόμα και αν πέσει. Φοράς τα ακουστικά και προχωράς. Δε σε νοιάζει αν σου γελάσει κάποιος που σου αρέσει. Έλα μωρε, τόσος κόσμος ψάχνεται στα media, σκέφτεσαι ή ακόμα χειρότερα, δεν χρειάζομαι άλλον, αφού θα τα φτιάξω με τον superman84, που ταιριάζουμε όπως φαίνεται από το badoo  ή το tinder.
 Όπως έχει ειπωθεί, άλλωστε, τώρα οι μεγαλύτεροι έρωτες ξεκινάνε με ένα accept και τελειώνουν με ένα μεγαλοπρεπές block. Οι σχέσεις που προκύπτουν μέσα από τα μέσα αυτά, όπως έχω παρατηρήσει καθώς και μέσα από μαρτυρίες φίλων και γνωστών, είναι βραχύβιες και περισσότερο στοχευμένες.
 Η τεχνολογία, αντί να απλοποιεί, περιπλέκει τα πράγματα και προσφέρεται για αδέξια λάθη και χειρισμούς από την πλευρά μας. Αρκεί να σκεφτεί κανείς, πόσες ώρες έχει σπαταλήσει στο facebook να κατασκοπεύει το προφίλ του ενδιαφερόμενου προσώπου, να αναλύει και να αποκωδικοποιεί τις αναρτήσεις και τα σχόλια σε άλλους, καθώς και τα like που λαμβάνει ή κάνει για να καταλάβει αν φλερτάρει και με άλλα άτομα. Στο φλέρτ μέσω των social media τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο, μέχρι να αποδειχτεί το αντίθετο. Για παράδειγμα το γεγονός ότι κάποιος θα κάνει like σε ένα τραγούδι που μπορεί να έχουμε ανεβάσει μπορεί να σημαίνει από το να του αρέσει το τραγούδι αυτό καθαυτό μέχρι το να ψάχνει τρόπο προσέγγισης. Μέχρι να καταλάβουμε λοιπόν τι σημαίνει, έχουμε μπερδευτεί, έχουμε σπαταλήσει ώρες μπροστά στο λαπτοπ, ενώ, σύμφωνα με ειδικούς, έχουμε υπερεκτεθεί.
 Ένα από τα στοιχεία της γοητείας, είναι το μυστήριο που μας περιβάλλει. Από τη στιγμή που καταργείται το μυστήριο, με τη δημοσιοποίηση όποιας λεπτομέρειας της ζωής μας, δέχεται πλήξη και η γοητεία μας. «Η υπερέκθεση στα μέσα μας κάνει κακό και πολλές φορές λειτουργεί αρνητικά σε μια μελλοντική ερωτική μας σχέση»  υποστηρίζουν ειδικοί.
Αυτά, βέβαια, δεν αποτελούν αποτελέσματα της τεχνολογίας, αλλά της υπερασχολίας με αυτή. Όλοι παραπονιούνται για την κρίση και την «απέραντη» μοναξιά τους. Ότι δε βρίσκουν έναν άνθρωπο που να τους καταλαβαίνει  και δεν καταλαβαίνουν και το γιατί!  Αποφεύγουν όμως να δουν τις αιτίες τη στιγμή που «κλαίγονται» διαδικτυακά για την «κακή» τους μοίρα, ενώ υπάρχει περίπτωση να μην  ανταλλάξουν κουβέντα όλη μέρα με άνθρωπο, εξαιρουμένου του πληκτρολογίου.
Αντί να ενδιαφερόμαστε για το αν θα πρέπει να κοινοποιήσουμε την παρουσία μας σε κάποιο must μέρος, που θα μας κάνει να φανούμε cool, ίσως θα ήταν καλύτερο να πούμε μια καλημέρα στον άγνωστο γείτονά μας  ή το συμφοιτητή/συνεργάτη που βλέπουμε τα τελευταία τρία χρόνια, που ενώ δεν έχουμε γνωριστεί κάνουμε σα να μην υπάρχει.
Πριν την εποχή του facebook, οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν να γνωριστούν. Μόνοι δεν ένιωθαν, σε τέτοιο καθολικό σχεδόν σημείο που παρατηρείται σήμερα και ουσιαστικά ήταν πιο «ανθρώπινοι». «Ζούσαμε με τη δίψα της γνωριμίας και της επικοινωνίας μεταξύ ματιών και γλωσσών και όχι τοίχων και tweet» μου λέει η μητέρα μου όταν την ρώτησα πρόσφατα πως ζούσαν χωρίς τα μέσα αυτά.   
Η χρήση αυτών των  εφαρμογών, μπορεί να μας κάνει να πιστεύουμε ότι ξέρουμε κόσμο και ότι ζούμε γνωρίζοντας τα πάντα για αυτούς που μας ενδιαφέρουν  χάρη σ’ αυτά, μήπως όμως μας καθιστούν και προβλέψιμους; Ακόμα, νομίζουμε οτι κοινωνικοποιούμαστε τέλεια, μήπως όμως όταν βγαίνουμε δεν ξέρουμε καν πως να διασκεδάσουμε (γεγονός της ασταμάτητης χρήσης των κινητών έξω), σα να βγαίνουμε από σπηλιά ένα πράγμα; Και τέλοσπάντων, μήπως οι άνθρωποι που ζούσαν χωρίς facebook ήταν περισσότερο ευτυχισμένοι;  Μήπως πρέπει να θέσουμε κάποια όρια;

Για να το αναλογιστούμε καλύτερα...χωρίς post αυτή τη φορά.