Ο,τι έκανα το έκανα για να μπορώ να συνεχίσω να ζω, με τις απουσίες, τις ελλείψεις και τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν εξαιτίας σου.
Χθες πέρασα από το σπίτι που μένατε. Ήταν άδειο. Σαν στοιχειωμένο φάνταζε. Με ανατρίχιαζε η σκέψη των πόσο ωραίων και σοβαρών ή μη στιγμών που είχαμε ζήσει εκεί. Σαν άλλη ζωή. Και δεν πάει πολύς καιρός.
Δε μπόρεσα να το κοιτάξω πολύ. Με πλήγωνε η σκέψη ότι αυτές οι στιγμές θα μένουν μόνο στη μνήμη. Όσων επέζησαν και όσων τους επέτρεψαν να επιζήσουν.
Πίκρα κυρίως. Σπασμένες ελπίδες και αθεράπευτη δυσπιστία προς τους ανθρώπους.
Περίμενα να ταξιδεύαμε παρέα, αλλά η αλήθεια παραμένει' το μεγαλύτερο ταξίδι στη Ζωή, μόνοι το κάνουμε. Γι αυτό επιλέγω να το κάνω χωρίς βαρίδια από δω και πέρα.
Να, απλά πονά η θύμηση σου κάποιες φορές και θα πονά γιατί έτσι πρέπει.
Να θυμάσαι τη γεύση της πληγής από τους ανθρώπους που έκανες τα πάντα γι αυτούς και σε πούλησαν, όταν εσύ πούλαγες την ψυχή σου στο διάολο, για να τους έχει ο Θεός καλά.
Πόση ειρωνεία μέσα σε λίγο χρόνο να φτάνεις στην πηγή της γνώσης, από κει που καλά καλά δε γνώριζες από πού ξεκινά το μονοπάτι.
Από κει που ζούσες στο βυσσινόκηπο, να βρίσκεσαι στο καταραμένο δάσος. Από κει που το λευκό σου έγινε γκρι, με μεγάλη προοπτική μαύρου.
Δεν έχει να κάνει με το πόσο καλά πατούσαμε στα πόδια μας. Μας χτύπησαν από παντού και μάλιστα όταν δεν το περιμέναμε. Σταμάτα να μας κατηγορείς συνέχεια. Κάναμε ο,τι μπορούσαμε και περισσότερα απ' όσα είχαμε μάθει ως τότε.
Απλά δεν είχες εμπιστευτεί όσα έβλεπα τα βράδια που έβγαινα απ' το σώμα σου. Δεν τα πίστευες. Ποιος θα μπορούσε άλλωστε; Ποιος δε θα διχάζονταν;
Σημασία έχει τώρα που δραπέτευσες, που τα είδες, που βεβαιώθηκες να μη μας επιτρέψεις να υποταχθούμε πάλι. Η αγάπη δεν είναι δικαιολογία. Πουθενά δεν οφείλεις υποταγή. Ούτε καν σ' αυτά που βλέπεις με γυμνό μάτι.
Η υποταγή επί της γης είναι η χειρότερη μορφή σκλαβιάς. Φυλακίζει ότι ταξιδεύει πνευματικά, το καταστέλλει. Δε γεννήθηκες για να μετράς προβατάκια άλλωστε. Δε μπορέσαμε να το κάνουμε ποτέ, για να είμαστε ειλικρινείς. Πάντα υπήρχε λόγος που αργούσαμε να κοιμηθούμε. Ας το κατάλαβες αργότερα εσύ...
Χθες πέρασα από το σπίτι που μένατε. Ήταν άδειο. Σαν στοιχειωμένο φάνταζε. Με ανατρίχιαζε η σκέψη των πόσο ωραίων και σοβαρών ή μη στιγμών που είχαμε ζήσει εκεί. Σαν άλλη ζωή. Και δεν πάει πολύς καιρός.
Δε μπόρεσα να το κοιτάξω πολύ. Με πλήγωνε η σκέψη ότι αυτές οι στιγμές θα μένουν μόνο στη μνήμη. Όσων επέζησαν και όσων τους επέτρεψαν να επιζήσουν.
Πίκρα κυρίως. Σπασμένες ελπίδες και αθεράπευτη δυσπιστία προς τους ανθρώπους.
Περίμενα να ταξιδεύαμε παρέα, αλλά η αλήθεια παραμένει' το μεγαλύτερο ταξίδι στη Ζωή, μόνοι το κάνουμε. Γι αυτό επιλέγω να το κάνω χωρίς βαρίδια από δω και πέρα.
Να, απλά πονά η θύμηση σου κάποιες φορές και θα πονά γιατί έτσι πρέπει.
Να θυμάσαι τη γεύση της πληγής από τους ανθρώπους που έκανες τα πάντα γι αυτούς και σε πούλησαν, όταν εσύ πούλαγες την ψυχή σου στο διάολο, για να τους έχει ο Θεός καλά.
Πόση ειρωνεία μέσα σε λίγο χρόνο να φτάνεις στην πηγή της γνώσης, από κει που καλά καλά δε γνώριζες από πού ξεκινά το μονοπάτι.
Από κει που ζούσες στο βυσσινόκηπο, να βρίσκεσαι στο καταραμένο δάσος. Από κει που το λευκό σου έγινε γκρι, με μεγάλη προοπτική μαύρου.
Δεν έχει να κάνει με το πόσο καλά πατούσαμε στα πόδια μας. Μας χτύπησαν από παντού και μάλιστα όταν δεν το περιμέναμε. Σταμάτα να μας κατηγορείς συνέχεια. Κάναμε ο,τι μπορούσαμε και περισσότερα απ' όσα είχαμε μάθει ως τότε.
Απλά δεν είχες εμπιστευτεί όσα έβλεπα τα βράδια που έβγαινα απ' το σώμα σου. Δεν τα πίστευες. Ποιος θα μπορούσε άλλωστε; Ποιος δε θα διχάζονταν;
Σημασία έχει τώρα που δραπέτευσες, που τα είδες, που βεβαιώθηκες να μη μας επιτρέψεις να υποταχθούμε πάλι. Η αγάπη δεν είναι δικαιολογία. Πουθενά δεν οφείλεις υποταγή. Ούτε καν σ' αυτά που βλέπεις με γυμνό μάτι.
Η υποταγή επί της γης είναι η χειρότερη μορφή σκλαβιάς. Φυλακίζει ότι ταξιδεύει πνευματικά, το καταστέλλει. Δε γεννήθηκες για να μετράς προβατάκια άλλωστε. Δε μπορέσαμε να το κάνουμε ποτέ, για να είμαστε ειλικρινείς. Πάντα υπήρχε λόγος που αργούσαμε να κοιμηθούμε. Ας το κατάλαβες αργότερα εσύ...



